Σεπόλια: Την αγάπη της για τα παιδιά της διατράνωσε στην απολογία της ενώπιον της 33ης ανακρίτριας η μητέρα της 12χρονης από τον Κολωνό, που προφυλακίστηκε για διακεκριμένη μαστροπεία
Η 37χρονη υποστήριξε ότι φρόντιζε τα παιδιά της, ότι είχε εμπιστοσύνη στον Ηλία Μίχο, αλλά και πως μόλις έμαθε τι συνέβαινε στο παιδί της οδηγήθηκε στην αστυνομία. «Η κόρη μου πήγαινε στο σχολείο κανονικά και το μεσημέρι την έπαιρνα εγώ από το σχολείο μαζί με τα αδέρφια της ή όταν δούλευα εγώ πήγαινε ο πατέρας της. Η κόρη μου πήγαινε στο μαγαζί του Μίχου όταν την φώναζε μετά το ολοήμερο σχολείο, μπορεί να ήταν και τρεις με τέσσερις φορές την εβδομάδα. Εγώ είχα πάντα επικοινωνία με το παιδί όσο ήταν στο μαγαζί του. Δεν το είχα ανεξέλεγκτο το παιδί» ανέφερε η 37χρονη.
Η ίδια υποστήριξε στην ανακρίτρια ότι αν το γνώριζε «θα του έχει βγάλει τα μάτια», αλλά επρόκειτο για έναν άνθρωπο στον οποίο είχε εμπιστοσύνη. «Δεν υπάρχει περίπτωση να το ήξερα εγώ αυτό και να μην του είχα βγάλει τα μάτια. Του είχα απόλυτη εμπιστοσύνη. Το μαγαζί είναι σε κεντρικό σημείο της γειτονιάς, ήταν άνθρωπος της εκκλησίας, είχε πολλούς γνωστούς στην γειτονιά, ηθοποιούς, πολιτικούς, του είχα εμπιστοσύνη. Όταν καμιά φορά πήγαινε το παιδί με σορτσάκι ή κολάν στο μαγαζί, μου το έστελνε στο σπίτι για να αλλάξει για να μην το βλέπει έτσι ο κόσμος. Μου έριχνε στάχτη στα μάτια. Επίσης του είχα εμπιστοσύνη γιατί έβλεπα αστυνομικούς εν ενεργεία και μη να συχνάζουν στο μαγαζί του».
Η μητέρα επαναλάμβανε κατά τη διάρκεια της απολογίας της ότι λατρεύει τα παιδιά της και πως αυτό είναι αμοιβαίο. «Όλες αυτές τις ημέρες μιλάω κάθε ημέρα με τα παιδιά μου και τα παιδιά μου κλαίνε και με ζητάνε. Δε φταίω σε τίποτα, θα αυτοκτονήσω χωρίς τα παιδιά μου. Κοιμόμουν αγκαλιά με τα παιδιά μου. Όλα τα παιδιά μου τα αγαπάω και με αγαπάνε κι αυτά. Να το ήξερα ότι βιάζουν το παιδί μου και να καθόμουν με σταυρωμένα τα χέρια; Ένα μήνα κρατιέμαι να μην πάω να τον σκοτώσω. Από το τμήμα ανηλίκων μου είχαν πει να μην κάνω τίποτα για να μην καταλάβει κάτι κανένας ότι έκανα καταγγελία για να τον παρακολουθούν» είπε και συμπλήρωσε: «Τον είδα την ημέρα του Σταυρού που ήταν στην λιτανεία της εικόνας και ήθελα να φωνάξω είναι βιαστής πιάστε τον. Πίστευε ότι δεν θα του έκανα τίποτα».
Όπως περιέγραψε στην ανακρίτρια, μόλις έμαθε τι συνέβαινε στο παιδί της, πήρε τηλέφωνο τη σύζυγο του κατηγορουμένου. «Είχα ήδη κάνει την καταγγελία. Μετά πήρα τηλέφωνο τη σύζυγό του Μίχου, η οποία δε με πίστευε στην αρχή και της έστειλα ένα από τα μηνύματα που είχε ανταλλάξει η κόρη μου με το Μίχο. Κλείσαμε ένα ραντεβού με τη σύζυγό του να μιλήσουμε κι αυτή τότε έβγαλε μόνη της 100 ευρώ και μου τα έδωσε για να με βοηθήσει οικονομικά. Μετά από τέσσερις με πέντε ημέρες την πήρα τηλέφωνο και της ζήτησα 100 ευρώ γιατί τα χρειαζόμουν για τα παιδιά αλλά αυτή δεν ήξερε ότι είχα κάνει καταγγελία. Μου είπε ότι σε ό,τι χρειαζόμουν θα ήταν δίπλα μου σε ψυχολόγους και ότι άλλο κι αν θέλω να την ζητήσω άλλα χρήματα για να με βοηθήσει να μην διστάσω. Μου είπε να πάμε σ’ ένα δικηγόρο να υπογράψουμε ένα χαρτί ότι δεν θα το καταγγείλω και εκείνη θα με βοηθούσε οικονομικά με το παιδί, για παράδειγμα για ψυχολόγο και για να μην καταστραφούν οικογένειές μας».
Αναφερόμενη στη σχέση της με την κόρη της, η 37χρονη περιέγραψε πως τον τελευταίο καιρό είχαν απομακρυνθεί και υπήρχαν μικροτσακωμοί. «Πάντα ήταν ένα παιδί που δεν έδειχνε τα συναισθήματά της. Ήταν πάντα χαρούμενη και πολύ καλή μαθήτρια. Της έκανα παρατήρηση όταν έκανε επικίνδυνα πράγματα με το ποδήλατο, τα παιδιά πήγαινα στο κατηχητικό και πάντα τα συμβουλεύαμε. Και στο κατηχητικό έχουν πολύ καλή γνώμη για εμένα. Τα παιδιά μου δεν είναι κακοποιημένα. Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς τα παιδιά μου, μου λείπουν πάρα πολύ και όταν μιλάω μαζί τους και κλαίνε αυτά εγώ βασανίζομαι….Εγώ δεν γνώριζα τι γινόταν στο παιδί μου. Πάντα προστάτευα τα παιδιά μου όποιος κι αν τα πείραζε».