Την άμεση σύσταση Δικαστικής Αστυνομίας που θα βοηθήσει στην ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης και αποτελεί πάγιο αίτημα δεκαετιών των δικαστικών λειτουργών εξήγγειλε ο Υπουργός Δικαιοσύνης από το βήμα της τακτικής γενικής συνέλευσης της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων. Επειδή το θέμα έχει τεθεί από την δεκαετία του 1980 πολλές φορές (τελευταία στις 9-2-2015) και το γνωρίζουμε καλά, εξ υπαρχής σπεύδουμε να τονίσουμε ότι, η ίδρυση Δικαστικής Αστυνομίας δεν θα επιλύσει προβλήματα, αλλά αντιθέτως θα δημιουργήσει νέα.
Καταρχήν παρατηρείται και εδώ μια «συντεχνιακή» λογική, ενώ οι εν γένει παθογένειες είναι τεράστιες και ορισμένες περιγράφονται στα συμπεράσματα του πίνακα αποτελεσμάτων, που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 10-4-2017 για τη Δικαιοσύνη! Η υπόθεση Novartis ανέδειξε πολλές. Πως αντιμετωπίζονται αυτές;
Πως αντιμετωπίζεται η όποια προσπάθεια της Εκτελεστικής Εξουσίας να «εργαλειοποιήσει» τη Δικαιοσύνη; Με τις γνωστές πολιτικές πιέσεις και την παραίτηση κάποιων, η οποία φέρεται να συνοδεύθηκε και από την έκφραση «εγώ δεν πάω φυλακή», που συνιστά έμμεση παραδοχή «κατάχρησης εξουσίας»; Για το ότι εκκρεμεί για 5 χρόνια, κατά παραβίαση του Συντάγματος και της Ε.Σ.Δ.Α, προδικαστική έρευνα-εξέταση φταίει η έλλειψη Δικαστικής Αστυνομίας; Η προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία των λειτουργών της δεν συνιστά αυθεντία, ούτε το άλλοθι για το ανεξέλεγκτο των πράξεων ή παραλείψεών τους!!!
Στη χώρα μας η αστυνομία, από άποψη λειτουργική, διακρίνεται σε διοικητική και δικαστική. Η πρώτη, που ονομάζεται και αστυνομία τάξεως, (πέρα από την άσκηση καθαρώς διοικητικών καθηκόντων εφαρμογή κανόνων διοικητικού δικαίου), έχει ως έργο την πρόληψη του εγκλήματος. Κινείται, λοιπόν, και ενεργεί έξω από τη σφαίρα της ποινικής δικαιοδοσίας της Πολιτείας.
Η δεύτερη ασκεί καθήκοντα ανακριτικά (προκαταρκτική εξέταση και προανάκριση), όπως αυτά προσδιορίζονται στο άρθρο 251 Κ.Π.Δ., με σκοπό τη “συλλογή και διατήρηση των αποδείξεων και προς εξασφάλιση των ιχνών του εγκλήματος”. Αναπτύσσει δηλαδή τη δραστηριότητά της στο πεδίο της καταστολής του εγκλήματος, γι΄ αυτό και ο χαρακτήρας της είναι οιονεί δικαστικός, αφού προετοιμάζει την πληρέστερη και ασφαλέστερη άσκηση της δικαιοδοσίας των ποινικών δικαστηρίων.
Οργανα της δικαστικής αστυνομίας είναι οι γενικοί και οι ειδικοί ανακριτικοί υπάλληλοι που προβλέπονται από τα άρθρα 33 και 34 Κ.Π.Δ. Από άποψη οργανική δεν υφίσταται διάκριση μεταξύ διοικητικής και δικαστικής αστυνομίας. Στη Γαλλία η Δικαστική Αστυνομία είναι Κλάδος της Αστυνομίας. Στην ουσία τη συγκροτούν οι Υπηρεσίες Ασφαλείας.
Σημειώνω με έμφαση, ότι Δικαστική Αστυνομία έχει «ιδρυθεί» με το άρθρο 36 του ν.2145/1993. Οι διατάξεις του, γενικές και αόριστες (που παραπέμπουν σε κανονιστική ρύθμιση), δεν εφαρμόσθηκαν ποτέ. Γιατί ούτε οι εισηγητές της γνωρίζουν τι θέλουν και πως εννοούν τον χαρακτήρα της στο υφιστάμενο οργανωτικό-νομικό πλαίσιο. Σύμφωνα με αυτές το ζήτημα θα αντιμετωπίζονταν με την προσκόλληση στις Εισαγγελίες κάποιων (στην προκειμένη περίπτωση αστυνομικών), που θα εκτελούσαν χρέη βοηθών (=«υπηρετών») και θα παρείχαν γραμματειακή- τεχνική υποστήριξη.
Αυτό όμως θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με τη σύσταση νέας κατηγορίας προσωπικού δικαστικών υπαλλήλων (πράγμα που τελευταία εν μέρει έγινε). Νέα προσπάθεια έγινε το 2004-2005, όταν και συγκροτήθηκε Επιτροπή στο Υπουργείο Δικαιοσύνης (στην οποία και συμμετείχα ως εκπρόσωπος του Υ.Δ.Τ.), αλλά και πάλι δεν προχώρησε, γιατί το σχέδιο διατάξεων που καταρτίσθηκε είχε αντικρουόμενες ρυθμίσεις, σύγχυση αρμοδιοτήτων, τεράστια κενά κ.λ.π. Εξάλλου το δημοσιονομικό κόστος σύστασης ενός νέου Σώματος είναι τεράστιο.
5. Και τώρα η αντιπρόταση-λύση: Πέραν της σύστασης της ως άνω νέας κατηγορίας προσωπικού, αυτό που απαιτείται κυρίως είναι η πιστή και ουσιαστική εφαρμογή των διατάξεων του Οργανισμού Δικαστηρίων και του Κ.Π.Δ., ειδικότερα όσον αφορά τη «διεύθυνση της προανάκρισης» και την «εποπτεία και έλεγχο των αστυνομικών αρχών».
Γιατί αυτό που παρατηρείται, κάποιες φορές, είναι να αναζητούνται οι Εισαγγελείς από τους ανακριτικούς υπαλλήλους στο πλαίσιο προανάκρισης και να μην ανευρίσκονται. Αντί να ιδρύσουμε νέο Σώμα, να τοποθετηθούν σε όλες τις Διευθύνσεις Αστυνομίας, Διευθύνσεις Ασφαλείας κ.λ.π. Εισαγγελικοί Λειτουργοί (με τη σύσταση ενδεχομένως Γραφείου Εισαγγελέα), οι οποίοι, σε συνεργασία με τον κατά τόπο αρμόδιο Προϊστάμενο της Εισαγγελίας, θα εποπτεύουν και θα διευθύνουν το προανακριτικό έργο, σύμφωνα με τις διατάξεις που προανέφερα. Το μοντέλο αυτό ήδη λειτουργεί επιτυχώς στο Οργανωμένο Έγκλημα, στα Ναρκωτικά, στην Αντιτρομοκρατική κ.λ.π.
Αντί δηλαδή να διασπάσουμε την ΕΛ-ΑΣ (και στην ουσία να «διαλύσουμε» τις Υπηρεσίες Ασφαλείας με την τεράστια και την καλύτερη διεθνώς γνώση, ικανότητα και εμπειρία), φέρνουμε πιο κοντά τις Εισαγγελικές Αρχές σε μια άμεση (και ουσιαστική) «διεύθυνση της προανάκρισης». Το δημοσιονομικό κόστος είναι ελάχιστο. Απαιτείται μόνο η πρόσληψη μικρού αριθμού (μικρότερου των 100) Εισαγγελικών Λειτουργών.
Το κείμενο εστάλη στο inbox του policenews.gr από τον Αντιστράτηγο ΕΛ.ΑΣ. ε.α. κ. Ν. Μπλάνη
Νικόλαος Αθ. Μπλάνης
Αντιστράτηγος Αστυνομίας ε.α., Επίτιμος Προϊστάμενος Κλάδου Οργάνωσης και Ανθρώπινου Δυναμικού Α.Ε.Α./Υ.Δ.Τ., Πτυχιούχος Νομικής Σχολής Αθηνών