Σε ποινές ισόβιας κάθειρξης καταδικάστηκαν οι δυο αλλοδαποί, ο Πακιστανός και ο Ιρανός που σκότωσαν τον Δεκαπενταύγουστο του 2018 τον 25χρονο Νίκο Μουστάκα στο λόφο του Φιλοπάππου, στην προσπάθειά τους να τον ληστέψουν
Ειδικότερα, το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας καταδίκασε σε ισόβια κάθειρξη, 17 έτη και 6 μήνες τον 29χρονο Πακιστανό και επίσης ισόβια, 11 έτη και 6 μήνες τον 26χρονο Ιρανό, οι οποίοι κρίθηκαν ομόφωνα ένοχοι για ανθρωποκτονία από πρόθεση.
Νωρίτερα την ενοχή των κατηγορουμένων είχε προτείνει και η εισαγγελέας της έδρας. «Από την ακροαματική διαδικασία την εξέταση των μαρτύρων τις απολογίες των κατηγορουμένων τα αναγνωστέα έγγραφα και κυρίως την ιατροδικαστική έκθεση, κατά τη γνώμη μου αποδείχθηκε ότι τέλεσαν ανθρωποκτονία από πρόθεση από κοινού δεδομένου ότι τόσο από τις καταθέσεις προέκυψε η βίαιη ώθηση του θύματος προς το γκρεμό και μάλιστα η ώθηση του σε απόσταση 12 μέτρων από το σημείο που βρισκόταν αρχικά καθώς τον είχαν πιάσει από τους ώμους και προτείνω να κηρυχθούν ένοχοι», είπε στην αγόρευση της η εισαγγελική λειτουργός.
Τις απολογίες των κατηγορουμένων είχε διακόψει το ξέσπασμα της τραγικής μητέρας αλλά και τα δάκρυα του Πακιστανού μεταφραστή, που δεν άντεξε την συναισθηματική φόρτιση.
«Ζηταω συγνώμη από την οικογένεια. Πήγαμε να ληστέψουμε δεν είχαμε σκοπό να σκοτώσουμε. Ο νεαρός καθόταν κοντά στο γκρεμο. Πήγα κοντά του κρατώντας μαχαίρι και αυτός γλίστρισε», είπε στην απολογία του ο Πακιστανός κατηγορουμενος.
«Να μας φέρει το Νικόλα μας πίσω και αν τον φέρει από εμένα είναι ελεύθερος! Εμείς ούτε γιορτες ούτε Χριστούγεννα θα ζήσουμε ξανά» ξέσπασε μέσα στην αιθουσα η μητέρα του αδικοχαμένου 25χρονου ενώ και ο διερμηνέας με δάκρυα στα μάτια ζήτησε λίγο χρόνο να συνέλθει λέγοντας «δεν αισθάνομαι καλά από την στεναχώρια, έχω χάσει κι εγώ παιδί».
Απολογούμενος ο 2ος κατηγορουμενος υποστήριξε οτι δεν ήταν καν κοντά στον 25χρονο αλλά μαζί με τον ανήλικο κατηγορουμενο είχαν ακινητοποιήσει τη νεαρή φίλη του Νικόλα. «Συμφωνήσαμε να μοιραστούμε με τους συγκατηγορουμένους μου. Εγώ με τον ανήλικο πήγαμε στην κοπέλα και της πήραμε το κινητό. Ο Πακιστανός είχε αναλάβει τον άνδρα. Όσο έψαχνα την τσάντα της κοπέλας άκουσα τον Πακιστανός να έρχεται και να μου φωνάζει πάμε να φύγουμε, δεν κατάλαβα γιατί ούτε είδα τι έγινε με το νεαρό. Δεν γνωριζω εάν τον πέταξε στο γκρεμο. Ήταν πιο ευκολο να πάω στη κοπέλα γιατί δεν αντιδρούσε. Ζηταω συγνώμη δεν το πιστεύω ακόμα ότι έγινε αυτό το πράγμα. Ποτέ δεν σχεδίασα κάτι τέτοιο, πήγαμε να κλέψουμε αλλά όχι να σκοτώσουμε. Δεν ξέρω πως έγινε κάτι τέτοιο.Εγώ ήμουν μόνο στο κορίτσι δεν έφτασα ποτέ δίπλα στον άνδρα. Μετά από λίγο ήρθε ο άλλος και μου είπε να φύγουμε» είπε στην απολογία του ο Ιρακινός.
Καταθέτοντας στο δικαστήριο ο πατέρας του αδικοχαμένου νέου εξήγησε πως ο γιος του είχε μια στρωμένη ζωή που γκρεμίστηκε μέσα σε λίγα λεπτά από τους κατηγορούμενους.
«Είχε φύγει στα 21 του από την Ελλάδα, ζούσε και εργαζόταν τέσσερα χρόνια στη Σκωτία, πήγε για να φτιάξει τη ζωή του. Πέρυσι όλα ήταν στρωμένα γι’ αυτόν είχε άδεια και σε τρεις ήμερες θα έφευγε για να επιστρέψει στη Σκωτία. Ο γιος μου πήγε με μια φίλη στου Φιλοπάππου, ήταν απόγευμα προς βραδάκι, ήρθε κάποιος τους ζήτησε τσιγάρο. Ο γιος μου είπε δεν έχω τσιγάρα μαζί μου, τότε αυτός έφυγε και όταν είδε ότι έφυγε και ο κόσμος που βρισκόταν στο σημείο ξαναγύρισε μαζί με άλλους δυο, ο ένας έσπασε ένα μπουκάλι κι ο άλλος τον απειλούσε με μαχαίρι. Ο ανήλικος κρατούσε την κοπέλα για να πάρει ότι είχε πάνω της. Κι εγώ διερωτώμαι ο γιος μου ήταν 1,77μ. αυτοί οι δυο δεν μπορούσαν να του πάρουν ότι είχε πάνω του αντί να τον σκοτώσουν; Τον έσυραν μέχρι τον γκρεμό κι έπεσε το παιδί. Ο ένας είχε άσυλο (Πακιστανός), δεν ξέρω πως του δόθηκε, τον πλήρωναν 400 ευρώ και είχε σπίτι. Αυτό το κόλπο με το τσιγάρο ήταν προσχεδιασμένο προκειμένου να κάνουν επόπτευση του χώρου. Πιστεύω ακράδαντα ότι είχαν πρόθεση να τον σκοτώσουν, ο Πακιστανός πήγαινε εκεί κάθε μέρα τον ήξερε καλά τον χώρο».
Τη βεβαιότητα για την ανθρωποκτόνο πρόθεση των δραστών εξέφρασε στην κατάθεσή της και η μητέρα του 25χρονου
«Μας είπε η κοπέλα όταν έφυγε ο κόσμος τους προσέγγισαν δυο άτομα μελαμψοί, ένας κοντός κι ένας μεσαίος και τους ζήτησαν τσιγάρο. Τους απάντησε ο γιος μου ότι δεν είχαν τσιγάρα αυτοί δυσαρεστήθηκαν κάθισαν 2-3 λεπτά κι έφυγαν. Μετά από λίγο επέστρεψαν, ήταν τρεις και έσπασαν ένα μπουκάλι. Ο ένας κρατούσε ένα μπουκάλι σπασμένο και ένα μαχαίρι. Βίωσαν τον απόλυτο φόβο, η Πορτογαλίδα μού είπε ότι εκείνη τη στιγμή φοβήθηκαν πως θα πεθάνουν. Εγώ μέχρι να πεθάνω θα αναρωτιέμαι το εξής γιατί δεν μπόρεσαν να ληστέψουν και έπρεπε να σκοτώσουν κιόλας. Όταν ήρθαν και είχαν το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού ήταν τρεις, ο γιος μου ήταν μέτριος και σαν κλωναράκι».
Η μητέρα συνέχισε λέγοντας: «Η ομάδα δρούσε με απόλυτη ψυχραιμία. Είχαν πάει όχι μόνο για να ληστέψουν, αλλά για να σκοτώσουν. Τον έπιασαν από τη μπλούζα και τον πήγαν σηκωτό προς το γκρεμό, ο γιος μου ήταν με την πλάτη με το γκρεμό. Δεν μπορούσε να πάει μόνος του πίσω πίσω είναι βραχώδες θα έπεφτε, τον πήγαιναν σηκωτό. Γιατί ήταν δυο και σωματώδεις. Είχε όλο το μέλλον μπροστά του μια πολύ καλή δουλειά, δεν θα διακινδύνευε για 70 ευρώ και ένα κινητό τηλέφωνο. Τον οδήγησαν στον γκρεμό για να τον φοβίσουν, όμως όταν έφτασαν στο γκρεμό ήξεραν τι είχε από κάτω, εκεί δρούσαν, ήταν τα λημέρια τους ήταν συνειδητό και προμελετημένο το σχέδιο. Πήγαιναν ρωτούσαν για τσιγάρο, βολιδοσκοπούν και έπειτα φώναζαν τον τρίτο».
«Οι σταυροί στο λαιμό του τους τράβηξαν την προσοχή, του έδωσαν μια και έσπρωξαν το παιδί στο κενό. Στην τελική πράξη του δράματος. Αντί να τον βάλουν κάτω. τον έσπρωξαν στο γκρεμό. Εύχομαι καμία μητέρα να μην σκέφτεται αυτά που εγώ σκέφτομαι κάθε βράδυ. Εμείς δυο γονείς ερείπια χωρίς καμία χαρά μέσα στο σπίτι, η κόρη μου πέντε χρόνια μικρότερη σπουδάζει ιατρική στη Κρήτη και προσπαθούμε να τη συνεφέρουμε», πρόσθεσε στην κατάθεσή της η μητέρα.
«Ο ένας έπαιρνε και επίδομα του πρόσφυγα και έλεγε γιατί να δουλεύω; Και ο γιος μου όταν πήγε στη Σκωτία υπέστη ειρωνείες για τη γλώσσα και για το ότι ήταν Έλληνας, αλλά δεν σύστησε συμμορία να σκοτώσει τους Σκωτσέζους γιατί να το κάνουν αυτό; Ο γιος μου που βρίσκεται τώρα; Είχαν απόλυτη υπέροχη επιτέθηκαν με τόση βία που είχε ως γνώμονα την ανθρωποκτονία. Τελούσαν σε ήρεμη ψυχική κατάσταση. Η αντίσταση του ήταν για να ζήσει τους εκλιπαρούσε να ηρεμήσει. Το ύψος είναι 25 μέτρα σαν εξαώροφη πολυκατοικία. Πιστεύω ακράδαντα ότι με το που πήραν τους σταυρούς του Νίκου τελείωσε, δεν με κοιτάνε στα μάτια γιατί είναι θρασύδειλοι αν και οπλισμένοι και σωματώδεις τα έβαλαν με ένα κλαράκι γιατί είναι θρασύδειλοι», κατέληξε η μητέρα του άτυχου Νίκου.
Τις τραγικές στιγμές που έζησε τη νύχτα του Δεκαπέντευγουστου του 2018 περιέγραψε και η 24χρονη Πορτογαλλιδα που ήταν μαζί με τον 25χρονο στου Φιλοπάππου, αναγνωρίζοντας στα πρόσωπα των δυο κατηγορουμένων τους δράστες που τους επιτέθηκαν τη μοιραία βραδιά
«Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι είναι αυτοί οι δυο άνδρες που είναι στην αίθουσα. Ήρθαν από πίσω μας και οι τρεις. Ήταν στα πέντε μέτρα από την πλάτη μας και από εκεί και πέρα μας ανακοίνωσαν τι θα γινόταν. Ο Ιρακινός έσπασε το μπουκάλι στο έδαφος και μας ζήτησε να δώσουν όλα τα πράγματα μας. Ο Πακιστανός πήγε στο Νίκο με μαχαίρι πολύ κοντά στην κοιλιά του και ο Ιρακινός μας κράτησε από τους ώμους για να μην σηκωθούμε. Το τρίτο άτομο (ανήλικος) έψαχνε την τσάντα μου με ρωτούσε που είναι το κινητό και τα χρήματα μου και αφαιρούσε πράγματα από τη τσάντα. Ο Νίκος σηκώθηκε αυτοί ζητούσαν συνέχεια το κινητό και προσπαθούσαν να αφαιρούσαν πράγματα. Ο Ιρακινός πήρε το κινητό μου από την τσέπη μου. Όταν σηκώθηκε οι δυο τον άρπαξαν και τον ταρακουνούσαν και άρχισαν να τον τραβάνε προς τον γκρεμό. Τον είχαν με την πλάτη προς το γκρεμό και τον έσπρωχναν και ο Πακιστανός είχε το μαχαίρι συνεχώς στην κοιλιά του Νίκου. Σταμάτησαν στην άκρη του γκρεμού για 5 δευτερόλεπτα, εγώ φώναζα στον Νίκο και όταν ξανά κοίταξα είδα τον Νίκο να πέφτει. Μετά σταμάτησαν δυο δευτερόλεπτα και άρχισαν να τρέχουν. Ο τρίτος συνέχισε να ψάχνει τη τσάντα και έφυγε. Γνωρίζω ότι είχε αλυσίδες, δεν μπορούσα να δω αν του τις τραβήξαμε. Φώναξα βοήθεια ακόμα και από τους κατηγορούμενους γιατί δεν θα μπορούσα να πιάσω μόνη μου τον Νίκο. Ήταν σίγουροι για τις κινήσεις τους, ήξεραν τι έκαναν», είπε η φίλη του 25χρονου.
«Φοβήθηκα για τη ζωή μου όταν ήρθαν, τους έλεγε ο Νίκος δεν υπάρχει λόγος να το κάνετε αυτό. Τους παρακαλούσε να μην τον σπρώχνουν προς τον γκρεμό. Τον κρατούσαν καθ’όλη τη διάρκεια ακόμα και στην άκρη του γκρεμού. Αν ήθελαν θα μπορούσαν να τον έχουν κρατήσει να μην πέσει», πρόσθεσε η Πορτογαλλίδα.