Η εγκληματική οργάνωση είχε διεθνή χαρακτήρα και δραστηριοποιείτο στη μεταφορά δια θαλάσσης μεγάλων ποσοτήτων κοκαΐνης από τη Λατινική Αμερική σε διάφορα σημεία του πλανήτη.
Η Υποδιεύθυνση Δίωξης Ναρκωτικών συνεργάστηκε με τις ομόλογες Αρχές των Ηνωμένων Πολιτειών ( DEA ) και του Εκουαδόρ και σε παράλληλες αστυνομικές επιχειρήσεις που πραγματοποιήθηκαν στις 13 και 14 Νοεμβρίου 2018, στην Ελλάδα και τη χώρα της Λατινικής Αμερικής, συνέλαβαν εννέα μέλη της διεθνούς εγκληματική οργάνωσης. Πρόκειται για τρεις Έλληνες στη χώρα μας και έξι αλλοδαπούς στο Εκουαδόρ, στο οποίο είχε μεταβεί μάλιστα για το σκοπό αυτό, Αξιωματικός της Υποδιεύθυνση Δίωξης Ναρκωτικών.
Συνολικά κατασχέθηκαν:
στο Εκουαδόρ εντός ιστιοφόρου, ποσότητα κοκαΐνης βάρους 382 κιλών και στην Ελλάδα μεταξύ άλλων, ένα πιστόλι, ένα περίστροφο, μία συσκευή ηλεκτρικής εκκένωσης, 223 φυσίγγια και δύο ζυγαριές ακριβείας.
Σε βάρος των τριών Ελλήνων συλληφθέντων, σχηματίστηκε κακουργηματικού χαρακτήρα δικογραφία, για τα – κατά περίπτωση – αδικήματα της εγκληματικής οργάνωσης, του νόμου περί όπλων, καθώς και παραβάσεων της νομοθεσίας Περί Εξαρτησιογόνων Ουσιών.
Πώς δρούσε η εγκληματική οργάνωση
Ο εκπρόσωπος Τύπου της Ελληνικής Αστυνομίας, Αστυνομικός Υποδιευθυντής Θεόδωρος Χρονόπουλος, αναφέρθηκε στον τρόπο που δρούσε η οργάνωση και στο πώς αυτή εξαρθρώθηκε.
«Ειδικότερα, αναπτύχθηκε συνεργασία με την Υπηρεσία Δίωξης Ναρκωτικών ( DEA ) και τις ομόλογες Αρχές του Εκουαδόρ. Στο πλαίσιο της εμπεριστατωμένης έρευνας, αναλύθηκαν σημαντικά στοιχεία και δεδομένα που προέκυψαν, αξιοποιήθηκαν ειδικές ανακριτικές τεχνικές και τεχνολογικά μέσα, ενώ δημιουργήθηκαν τα «προφίλ» ( profiling ) των εμπλεκομένων.
Από την προανάκριση που διενεργήθηκε, αποκαλύφθηκε η μεθοδολογία δράσης, η ιεραρχική δομή των μελών και η διεθνικού χαρακτήρα δραστηριοποίηση και διασύνδεση μεταξύ τους. Παράλληλα, από την εξέλιξη των ερευνών διακριβώθηκε ότι, η εγκληματική οργάνωση, αποτελούμενη από δύο υποομάδες, λάμβανε αυξημένα μέτρα και τεχνάσματα, με σκοπό τη συγκάλυψη της δράσης της.
Αυτά τα χαρακτηριστικά, σε συνδυασμό με τα μέσα που χρησιμοποιούσαν για την μεταφορά των ναρκωτικών και την επαγγελματική κατάρτιση και υποδομή που διέθεταν, οδηγούν στην εκτίμηση ότι τα προσδοκώμενα παράνομα κέρδη της εγκληματικής οργάνωσης υπερβαίνουν τα (11.000.000) ευρώ.
Πιο αναλυτικά, από την έρευνα:
σε πρώτη φάση, αποκαλύφθηκε η δράση διεθνικού κυκλώματος μεταφοράς ναρκωτικών δια θαλάσσης με ιστιοπλοϊκά σκάφη, με έδρα το Εκουαδόρ.
Τα εδρεύοντα εκεί μέλη είχαν συνεργούς και στην χώρα μας, που αναλάμβαναν τη διαδικασία του εφοδιασμού των σκαφών με βοηθητικούς χώρους και εξαρτήματα αναγκαία για τον πλου, καθώς και με την ανεύρεση πληρωμάτων.
Προ διμήνου περίπου, εξακριβώθηκαν και ταυτοποιήθηκαν τα μέλη του κυκλώματος στο Εκουαδόρ, καθώς και ιστιοπλοϊκό σκάφος, το οποίο ανήκε στην εγκληματική οργάνωση, και αποτελούσε το μέσο μεταφοράς της κοκαΐνης και ταυτοποιήθηκαν και στην Ελλάδα οι συνεργοί των μελών της οργάνωσης στην αλλοδαπή, επίσης μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, οι οποίοι είχαν επιφορτισθεί με τον εξοπλισμό των σκαφών, τον εφοδιασμό τους με εργαλεία και βοηθητικούς χώρους, καθώς και την αναζήτηση πληρωμάτων, τον καθορισμό του προορισμού και τον συντονισμό εν γένει της επικείμενης μεταφοράς.
Ειδικότερα, όπως προέκυψε από την έρευνα, η αρμοδιότητα των μελών της οργάνωσης στην Ελλάδα, είχε ως εξής :
Ο 63χρονος και ο 41χρονος, ήταν υπεύθυνοι για τον σχεδιασμό, οργάνωση, χρηματοδότηση και μεθόδευση της θαλάσσιας μεταφοράς με το ιστιοπλοϊκό σκάφος μεγάλης ποσότητας κοκαΐνης, από το Εκουαδόρ στην Αυστραλία. Άμεσος συνεργάτης αυτών ήταν ο 42χρονος ημεδαπός, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για τον έλεγχο και διεκπεραίωση των λεπτομερειών και διαδικασιών της επικείμενης μεταφοράς (έλεγχος καταλληλόλητας σκάφους, ανεύρεση skippers αυτού).
Κατόπιν των ανωτέρω και μετά από επισταμένη και συνεχή επιτήρηση των κινήσεων, των μελών του κυκλώματος στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και τον εντοπισμό των προετοιμασιών για την επικείμενη μεταφορά, αποφασίσθηκε η ταυτόχρονη ανάπτυξη επιχειρησιακών δράσεων σε περιοχή της Αττικής και στο εξωτερικό, για την παράλληλη αποδόμηση όλου του διεθνικού δικτύου της εγκληματικής οργάνωσης.
Η διερεύνηση της υπόθεσης συνεχίζεται για την αποκάλυψη και άλλων πτυχών αυτής, ενώ επίκειται ανάπτυξη συνεργασίας με ομόλογες Αρχές και άλλων χωρών.
Οι συλληφθέντες οδηγούνται στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών».